mastication
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
mastication (en)
- η μάσηση
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
mastication | mastications |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
mastication (fr) θηλυκό
- η μάσηση