matching
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]παραθετικά | |
θετικός | matching |
συγκριτικός | better matching |
υπερθετικός | best matching |
matching (en)
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]matching (en)
Πολυλεκτικοί όροι
[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]matching (en)