migdałowiec
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]migdałowiec (pl) αρσενικό
Συγγενικά
[επεξεργασία]→ δείτε τη λέξη migdał
migdałowiec (pl) αρσενικό
→ δείτε τη λέξη migdał