pancréas

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /pɑ̃.kʁe.as/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
pancréas pancréass

pancréas (fr) αρσενικό