paniccia

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ιταλικά (it)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
paniccia paniccie

paniccia (it)

  1. (γαστρονομία) είδος φαγητού που τρώγεται στην Τοσκάνη
  2. (γαστρονομία) τοπικό φαγητό της Λιγουρίας από ρεβίθια
  3. (γαστρονομία) τοπικό φαγητό του Πεδεμόντιο από ριζότο με λουκάνικο, μπέικον και φασόλια

Συνώνυμα[επεξεργασία]



Λιγουριανά (lij)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

paniccia



Πιεμοντέζικα (pms)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

paniccia