plight
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]plight (en)
- χάλι, παλιοκατάσταση, κακή κατάσταση, κακομοιριά, άσχημη θέση, μάπα φάση, χάλια μαύρα
- έκθεση σε κίνδυνο
plight (en)