potatoe

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
potatoe potatoes

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

potatoe (en)