provider
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]provider (en)
- πάροχος, παροχέας [1]
- ↪ (πληροφορική) hosting provider, ο πάροχος υπηρεσίας φιλοξενίας
- ↪ (πληροφορική) web hosting provider, ο πάροχος υπηρεσίας φιλοξενίας ιστοσελίδων
Υπώνυμα
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- provider στην αγγλική Βικιπαίδεια
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ από αναζήτηση στη Βάση Τηλεπικοινωνιακών Όρων TELETERM από τη Μόνιμη Ομάδα Τηλεπικοινωνιακής Ορολογίας (ΜΟΤΟ), τον ΟΤΕ, τον ΕΛΟΤ και τον ΕΛΕΤΟ.