publish

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

ενεστώτας publish
γ΄ ενικό ενεστώτα publishes
αόριστος published
παθητική μετοχή published
ενεργητική μετοχή publishing

Ρήμα[επεξεργασία]

publish (en)

  1. δημοσιεύω
  2. εκδίδω (έντυπο)

Συγγενικά[επεξεργασία]

Παράγωγα[επεξεργασία]