realtor

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
realtor realtors

Ετυμολογία [επεξεργασία]

realtor < realty + -or

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

realtor (en)

Πηγές[επεξεργασία]