salive

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /sa.liv/
 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
salive salives

salive (fr) θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]