scie

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
 
ομόηχα: → δείτε τις λέξεις ci, scies, scient, si, sis και six

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
scie scies

scie (fr) θηλυκό

  1. το πριόνι
  2. (ψάρι) το πριονόψαρο
     συνώνυμα: poisson-scie

Εκφράσεις

[επεξεργασία]

και

Σύνθετα

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]
  • → δείτε τη λέξη scier