selection

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

selection (en)

  1. επιλογή, σύνολο επιλεγμένων στοιχείων
    a selection of fine photos