sexcapade

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
sexcapade sexcapades

Ετυμολογία [επεξεργασία]

sexcapade < συμφυρμός των sex + escapade

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈseks.kə.peɪd/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

sexcapade (en)

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]