squadron

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

squadron (en)

  • μοίρα (ιππικού, τεθωρακισμένων, πολεμικής αεροπορίας, πολεμικού ναυτικού)