tap into
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενεστώτας | tap into |
γ΄ ενικό ενεστώτα | taps into |
αόριστος | tapped into |
παθητική μετοχή | tapped into |
ενεργητική μετοχή | tapping into |
Ρήμα[επεξεργασία]
tap into (en)
- αποκτώ πρόσβαση σε...