vergogne

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]

vergogne < λατινική verecundia

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /vɛʁ.ɡɔɲ/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
vergogne vergognes

vergogne (fr) θηλυκό