vida

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈbi.ða/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
ενικός πληθυντικός
vida vidas

vida (es) (μπίδα) αρσενικό



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

vida (ca)



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

vida (pt)



vidalar

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

vida (tr)