vorace

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Επίθετο[επεξεργασία]

vorace (fr) αρσενικό


Ιταλικά (it)[επεξεργασία]

Επίθετο[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
vorace voraci

vorace (it)