whirlpool

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

whirlpool (en)

  • η δίνη (του νερού ή μεταφορικά)