windpipe
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
windpipe | windpipes |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
windpipe (en)
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- windpipe στην αγγλική Βικιπαίδεια