zulapi
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρωμουνικά (βλάχικα) (roa-rup)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- zulapi < αλβανική zullap
- ΑΠΟΓΟΝΟΙ: ↷ νέα ελληνικά: ζουλάπι
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
zulapi (roa-rup) θηλυκό
zulapi (roa-rup) θηλυκό