υφαρπάζω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Βικιποίηση των μεταφράσεων |
μ προσθήκη παραμέτρου γλώσσας στο πρότυπο του μέρους λόγου |
||
Γραμμή 3: | Γραμμή 3: | ||
{{-ετυμ-}} |
{{-ετυμ-}} |
||
: υφαρπάζω < ὑφ- (ὑπό) + ἁρπάζω |
: υφαρπάζω < ὑφ- (ὑπό) + ἁρπάζω |
||
{{-ρημ-}} |
{{-ρημ-|el}} |
||
'''{{PAGENAME}}''' |
'''{{PAGENAME}}''' |
||
* [[οικειοποιούμαι]] κάτι που δεν είναι δικό μου με [[επιτήδειος|επιτήδειο]] τρόπο |
* [[οικειοποιούμαι]] κάτι που δεν είναι δικό μου με [[επιτήδειος|επιτήδειο]] τρόπο |
Αναθεώρηση της 19:58, 6 Δεκεμβρίου 2007
- υφαρπάζω < ὑφ- (ὑπό) + ἁρπάζω
Πρότυπο:-ρημ- υφαρπάζω
- οικειοποιούμαι κάτι που δεν είναι δικό μου με επιτήδειο τρόπο
- μου υφάρπαξε τα έγγραφα
- καταφέρνω να αποσπάσω κάτι από κάποιον με επιτήδειο τρόπο
- δεν μπορείς να υφαρπάξεις τη συγκατάθεσή μου
|