κοιμήσικα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- κοιμήσικα < κοιμήσικος
Επίρρημα[επεξεργασία]
κοιμήσικα
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη κοιμάμαι
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
κοιμήσικα
|