ρεκορντγούμαν

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ρεκορντγούμαν < αγγλική recordwoman

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ρεκορντγούμαν θηλυκό άκλιτο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]