Κερασέα η δαφνοκέρασος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Κερασέα η δαφνοκέρασος → δείτε τις λέξεις κερασέα και δαφνοκέρασος < μεταφραστικό δάνειο από διαγλωσσικούς όρους Prunus lauricerasus

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Κερασέα η δαφνοκέρασος θηλυκό

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]