Παντάνασσα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Παντάνασσα | ||
γενική | της | Παντάνασσας | ||
αιτιατική | την | Παντάνασσα | ||
κλητική | Παντάνασσα | |||
Δείτε την κλίση του ελληνιστικού «παντάνασσα» | ||||
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Παντάνασσα < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή παντάνασσα < παντ(ο)- + ἄνασσα (κυριολεκτικά: βασίλισσα των πάντων)[1] θηλυκό του παντάναξ
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /panˈda.na.sa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Πα‐ντά‐νασ‐σα
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Παντάνασσα θηλυκό
- (χριστιανισμός) προσωνυμία της Παναγίας
- ※ Της θαυμαστής σου Εικόνος, Αγνή Παντάνασσα, την Σύναξιν τελούντες, τῃ παρούσῃ ημέρᾳ, […] («Ακολουθία της Συνάξεως της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας της επονομαζομένης Παντανάσσης», Ιερά Μητρόπολις Ρόδου· πρόσβαση: 2020-11-02)
- ονομασία οικισμών της Ελλάδας και ορισμένων τοποθεσιών (από το προσωνύμιο της Θεοτόκου)
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Παντάνασσα
|
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'θάλασσα' στον ενικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά στον ενικό (νέα ελληνικά)
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Χριστιανισμός (νέα ελληνικά)
- Προσωνυμίες (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Οικισμοί της Ελλάδας (νέα ελληνικά)
- Οικισμοί (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Ελλάδας (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)