άλλως

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ἄλλως

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
άλλως < αρχαία ελληνική ἄλλως

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈa.los/
ομόηχα: άλλος, άλως

Επίρρημα

[επεξεργασία]

άλλως (τροπικό)

Εκφράσεις

[επεξεργασία]
  • ούτως ή άλλως: έτσι κι αλλιώς, σε κάθε περίπτωση
  • άλλως πως: κάπως διαφορετικά

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]