γαβ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- γαβ < ηχομιμητική λέξη
Επιφώνημα[επεξεργασία]
γαβ (συχνά διπλό: γαβ γαβ ή ως γαβ γουβ)
- (φωνή ζώου) λέξη που αποδίδει τη φωνή του σκύλου
- ※ Ένα αυτοκίνητο περνά. Τι ωραίο αυτοκίνητο! Η Αύρα το κυνηγά. Τρέχει και γαυγίζει. Θέλει να το φτάσει. Το αυτοκίνητο φεύγει. Η Αύρα γαυγίζει ακόμη: —Γαβ-γαυ, γαφ-γαυ [sic]!
- Ι.Κ. Γιαννέλης - Γ.Κ. Σακκάς, Αλφαβητάριο, εικονογράφηση: Κώστας Γραμματόπουλος (Αθήνα: Οργανισμός Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων, 41964), σ. 86.
- ※ Ένα αυτοκίνητο περνά. Τι ωραίο αυτοκίνητο! Η Αύρα το κυνηγά. Τρέχει και γαυγίζει. Θέλει να το φτάσει. Το αυτοκίνητο φεύγει. Η Αύρα γαυγίζει ακόμη: —Γαβ-γαυ, γαφ-γαυ [sic]!
Άλλες γραφές[επεξεργασία]
- γαυ (παρωχημένη)