ζαμενής

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ζαμενής < αρχαία ελληνική ζαμενής < ζα + μένος

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ζαμενής αρσενικό

Υπώνυμα

[επεξεργασία]
  • μαύρος ζαμενής / ζαμενής ο μαύρος: φίδι της ελληνικής υπαίθρου με επιστημονική ονομασία Coluber jugularis - jugularis [2]
  • δεντρογαλιά

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .
  2. Coluber jugularis Υποείδος jugularis ΦΙΛΟΤΗΣ, βάση δεδομένων για την Ελληνική Φύση

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

→ γένη αρσενικό & θηλυκό ουδέτερο
↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική / ζαμενής τὸ ζαμενές
      γενική τοῦ/τῆς ζαμενοῦς τοῦ ζαμενοῦς
      δοτική τῷ/τῇ ζαμενεῖ τῷ ζαμενεῖ
    αιτιατική τὸν/τὴν ζαμεν τὸ ζαμενές
     κλητική ! ζαμενές ζαμενές
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οἱ/αἱ ζαμενεῖς τὰ ζαμεν
      γενική τῶν ζαμενῶν τῶν ζαμενῶν
      δοτική τοῖς/ταῖς ζαμενέσ(ν) τοῖς ζαμενέσ(ν)
    αιτιατική τοὺς/τὰς ζαμενεῖς τὰ ζαμεν
     κλητική ! ζαμενεῖς ζαμεν
    δυϊκός  
ονομ-αιτ-κλ τὼ ζαμενεῖ τὼ ζαμενεῖ
      γεν-δοτ τοῖν ζαμενοῖν τοῖν ζαμενοῖν
3η κλίση, Κατηγορία 'συνεχής' όπως «συνεχής» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ζαμενής < ζα + μένος + -ής

Επίθετο

[επεξεργασία]

ζαμενής, -ής, -ές, υπερθετικός: ζαμενέστατος

  1. πανίσχυρος, δυνατός, φοβερός
    ※  6ος/5ος πκε αιώνας Πίνδαροςw, Πυθιονίκαις, 9. Τελεσικράτει Κυρηναίῳ ὁπλιτοδρόμῳ, 39 (9.39-9.40)
    τὸν δὲ Κένταυρος ζαμενής, ἀγανᾷ χλοαρὸν γελάσσαις ὀφρύϊ, μῆτιν ἑάν | εὐθὺς ἀμείβετο·
    Κι ο Κένταυρός ο δυνατός ευθύς του φανερώνει | τη γνώμη του με βλέμμα φιλικό, αχνά χαμογελώντας:
    Μετάφραση (1994), Γιάννης Οικονομίδης, @greek‑language.gr
  2. (για λόγια) βίαιος, ορμητικός, κακόβουλος, εχθρικός
    ※  5ος πκε αιώνας Σοφοκλῆς, Αἴας, στίχ. 137 (137-138)
    σὲ δ᾽ ὅταν πληγὴ Διὸς ἢ ζαμενὴς | λόγος ἐκ Δαναῶν κακόθρους ἐπιβῇ,
    • όταν όμως του Δία πληγή σε χτυπήσει, | ή πάνω σου πέσει των Αργείων ο λόγος κακόγλωσσος,
      Μετάφραση (2012): Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, Αθήνα: ΜΙΕΤ @greek‑language.gr
    • μα όταν χτύπημα του Δία ή κακόβουλος | σε φτάσει λόγος απ᾽ τους Δαναούς,
      Μετάφραση (2000), Τάσος Ρούσσος @greek‑language.gr