ηδονίζομαι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ηδονίζομαι < παθητική φωνή του ρήματος ηδονίζω
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /i.ðoˈni.zo.me/
Ρήμα[επεξεργασία]
ηδονίζομαι
- νιώθω ηδονή, αισθάνομαι έντονη σωματική απόλαυση