μαγκαζίνο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]μαγκαζίνο ουδέτερο
- τηλεοπτική εκπομπή με περιγραφικό περιεχόμενο
- περιοδικό ποικίλων θεμάτων
- γεμιστήρας αυτόματου όπλου
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] μαγκαζίνο
|