πλειονοψηφώ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
πλειονοψηφώ < πλειονοψηφία + (αναδρομικός σχηματισμός)[1]

πλειονοψηφώ

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Αντώνυμα

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]