συμβολοσειρά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
συμβολοσειρά θηλυκό
- (πληροφορική) string: σειρά (ή ακολουθία) διαδοχικών στοιχείων (οποιουδήποτε μήκους) ενός πεπερασμένου σύνολου ή αλφάβητου. Συνήθως έχουμε σειρές χαρακτήρων ή ψηφιολέξεων (bytes) (π.χ. "Hellow World" ή "F$sb!#")
Σημειώσεις[επεξεργασία]
- Στην πληροφορική τα δεδομένα είναι σε μορφή συμβολοσειράς ψηφιολέξεων (string of bytes), λόγω του ότι οι μνήμες επιτρέπουν μόνο σειριακή αποθήκευση ψηφιολέξεων. Ένα αρχείο οποιουδήποτε μεγέθους, που μπορεί να είναι εκτελέσιμο, έγγραφο, πολυμέσο, μια δομή δεδομένων ή ένα τεράστιο αρχείο βάσης δεδομένων είναι σε μορφή συμβολοσειράς ψηφιολέξεων. Ακόμη και μία ροή δεδομένων που εισέρχεται ή εξέρχεται από μία συσκευή ή ένα δίκτυο είναι μια συμβολοσειρά και γιαυτό το λόγο αντιμετωπίζεται ως αρχείο το οποίο διαβάζουμε (εισερχόμενο) ή γράφουμε (εξερχόμενο).
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Εκφράσεις[επεξεργασία]
- οριοθέτης συμβολοσειράς / string delimiter : χαρακτήρες, όπως τα μονά εισαγωγικά (') και τα διπλά εισαγωγικά ("), που ορίζουν μια συμβολοσειρά μέσα σε μια άλλη συμβολοσειρά
Πολυλεκτικοί όροι[επεξεργασία]
- (διαδίκτυο) συμβολοσειρά ερωτήματος
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Κατηγορίες:
- Επέκταση (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'καρδιά' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'καρδιά' χωρίς κατάληξη '-ιά' (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Πληροφορική (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)