φορτίσιμο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- φορτίσιμο < (άμεσο δάνειο) ιταλική fortissimo, υπερθετικός βαθμός του επιθέτου forte
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /foɾˈti.si.mo/
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]φορτίσιμο ουδέτερο άκλιτο
- (μουσική) ένα κομμάτι μουσικού έργου που έχει μεγαλύτερη ένταση, δύναμη από τα υπόλοιπα μέρη και σημειώνεται με δύο καλλιγραφικά f (όπου f το σύμβολο του forte)
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] φορτίσιμο
Κατηγορίες:
- Δάνεια από τα ιταλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα ιταλικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Μουσική (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)