قهوة

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
قهوة < είτε από την Kaffa (επαρχία της Αιθιοπίας), περιοχή παραγωγής του καφέ[1], είτε από αραβική ρίζα που σχετίζεται με ροφήματα.[2]

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /qah.wa/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

قهوة (قَهْوَة) (ar) (qahwah)

Απόγονοι

[επεξεργασία]

قَهْوَة (qahwah) (αραβικά)

οθωμανικά τουρκικά: قهوه (kahve) (ή από τα περσικά)
τουρκικά: kahve
ιταλικά: caffè
γαλλικά: café
νέα ελληνικά: καφές
ρωσικά: кофе (kófe)
αρμενικά: կոֆե (kofe)
περσικά: قهوه‎ (qahve)

→ και δείτε  قهوه # απόγονοι στο αγγλικό Βικιλεξικό

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. καφές - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. 
  2. Δείτε την ετυμολογία για το το قهوة στο αγγλικό Βικιλεξικό