IDLE

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
IDLE < Integrated DeveLopment Environment ή Integrated Development and Learning Environment

integrated development and learning environment

Συντομομορφή

[επεξεργασία]

IDLE (en) αρκτικόλεξο

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]
  • IDLE στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια