biogénétique

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
biogénétique < bio- + génétique

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /bjo.ʒe.ne.tik/
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
biogénétique biogénétiques

biogénétique (fr) θηλυκό