courantes

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ku.ʁɑ̃t/
 
ομόηχο: courante (και στον ενικό)
μεταγραφή: κουράντ

Κλιτικός τύπος επιθέτου

[επεξεργασία]

courantes (fr)

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

[επεξεργασία]

courantes (fr) θηλυκό