ça
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ça < άλλη μορφή, συντομευμένη, του cela
Προφορά[επεξεργασία]
Αντωνυμία[επεξεργασία]
ça (fr)
Επιφώνημα[επεξεργασία]
ça (fr)
- χρησιμοποιείται στην αρχή πρότασης που εκφράζει τον θαυμασμό, την απορία, κ.α.
- ça alors ! ! /ça, par exemple ! - άλλο πάλι κι ετούτο! δεν είμαστε καλά! απίστευτο! ...