Βενεζουελανός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Βενεζουελανός < Βενεζουέλα

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Βενεζουελανός αρσενικό, θηλυκό Βενεζουελανή

Μεταφράσεις[επεξεργασία]