Γκελζενκίρχεν
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Γκελζενκίρχεν < γερμανική Gelsenkirchen
Μεταγραφή[επεξεργασία]
Γκελζενκίρχεν ουδέτερο άκλιτο
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Γκελζενκίρχεν