ΙΝ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ΙΝ < Ιερός Ναός

Συντομομορφή[επεξεργασία]

Ι.Ν. αρσενικό, συντομογραφία

  • (χριστιανισμός) ο ιερός ναός
    ※  Τα έργα που εντάχθηκαν, στοχεύουν στην βελτίωση της ποιότητας ζωής των κατοίκων της Μεγαλόπολης και στην ανάδειξη και προβολή της πολιτιστικής κληρονομιάς, όπως ο εκσυγχρονισμός και η βελτίωση του Εθνικού και επαρχιακού οδικού δικτύου, η σύνταξη μελέτης για την ανακατασκευή καμπαναριού ΙΝ Αγίου Νικολάου της Τ.Κ. Ακόβου και επέκτασης τεχνικών έργων και οδοποιίας της συνδετήριας οδού Παλαιοντολογικό Μουσείο προς επαρχιακή οδό Μεγαλόπολης- Λυκαίου όρους.
    Πέγκη Μπρούσαλη, Αρκαδία: Νέα έργα μέσω του Ειδικού Αναπτυξιακού Πόρου, ertnews.gr, 9 Ιανουαρίου 2019