Μαντρακούκος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Μαντρακούκος < άγνωστης ετυμολογίας

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Μαντρακούκος

  1. (μυθολογία), στη λαϊκή παράδοση ήταν στοιχειό αρχηγός των καλικάντζαρων, λεξη μάλλον κωνσταντινουπολίτικη, συνώνυμο του "Κωλοβελόνη", του "Αρχιτζόγια", του "Βαβουτζικάριου", κ.α.
  2. μανδραγόρας

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]