Μογκούλ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Μογκούλ < (άμεσο δάνειο) αγγλική Moghul < περσική مغول (moğul), με απώτατη αρχή τη μέση μογγολική ᠮᠣᠩᠭᠤᠯ (mongɣul) (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Μογκούλ αρσενικό ή θηλυκό άκλιτο
- (ιστορία) μέλος της μογγολικής δυναστείας των Μογκούλ που ιδρύθηκε από τον Μογγόλο ηγέτη Μπαμπούρ
- μογκούλ: που σχετίζεται με την Αυτοκρατορία των Μογκούλ
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- Αυτοκρατορία των Μογκούλ στη Βικιπαίδεια (από τον 16ο αιώνα έως το 1857)