Οξύρρυγχος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: οξύρρυγχος

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Οξύρρυγχος < από το ψάρι οξύρρυγχος λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

Οξύρρυγχος θηλυκό

  • αρχαία πόλη της Αιγύπτου, η σύγχρονη Per-Medjed, γνωστή για τα αρχαιολογικά ευρήματα που βρέθηκαν εκεί και κυρίως για μεγάλο αριθμό παπύρων

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]