Πετροκόρινθο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Πετροκόρινθο < πετρο- + Κόρινθ(ος) (θηλυκό) + -ο (ουδέτερο)
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Πετροκόρινθο ουδέτερο
- (ελληνική ποικιλία αμπέλου) ποικιλία αμπέλου που καλλιεργείται στην Πελοπόννησο και νησιά του Ιονίου, και παράγει κόκκινο κρασί
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Πετροκόρινθο
|