Σεκερλή

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Σεκερλή < σεκερλής < τουρκική şekerli < şeker (ζάχαρη)

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Σεκερλή θηλυκό

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]