Συζήτηση:χειρωνακτικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
χειρωνακτικός<χειρ(η)+άναξ(βασιλεύς) χειρωνακτικός=βασιλεύς των χεριών του(δηλαδή αυτός που κάνει εργασία με τα χέρια)
χειρωνακτικός<χειρ(η)+άναξ(βασιλεύς) χειρωνακτικός=βασιλεύς των χεριών του(δηλαδή αυτός που κάνει εργασία με τα χέρια)