ίσαμε

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ίσαμε μεσαιωνικός σχηματισμός < ίσα με

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈi.sa.me/

Πρόθεση[επεξεργασία]

ίσαμε

Δηλώνει:
  1. (+ αιτιστική) τόπο
    περπατούσαν συζητώντας ίσαμε τη θάλασσα
  2. (+ επίρρημα) χρόνο, όριο
    θα περιμένω ίσαμε το βράδυ
    Ηταν θεόρατος, ίσαμε εκεί πάνω
  3. (+ αριθμητικό) ποσότητα, περίπου τόσο
    παίρνει ίσαμε 1.600 ευρώ σύνταξη
    Ηταν ίσαμε 50 χρονών (πάνω-κάτω, περίπου 50, μάλλον όχι παραπάνω)

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]